lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

γλώσσα στα πορτογαλικά

Λέξη:
γλώσσα (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (13):
acento, bala, conferência, discurso, estilo, fala, halo, idioma, legume, linguagem, língua, orais, palavra
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά γλώσσα, γλώσσα του σώματος, γλώσσα στ δημοτικού λύσεις, γλώσσα στ δημοτικού, γλώσσα ε δημοτικού, γλώσσα δ δημοτικού, γλώσσα στα πορτογαλικά, acento στα ελληνικά
γλώσσα στα πορτογαλικά