lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

δηλητήριο στα πορτογαλικά

Λέξη:
δηλητήριο (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (4):
peçonha, tóxico, veneno, vírus
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά δηλητήριο, δηλητήριο φιδιού, δηλητήριο του σκορπιού, δηλητήριο σφήκας, δηλητήριο στη φλέβα, δηλητήριο ρικίνη, δηλητήριο στα πορτογαλικά, peçonha στα ελληνικά
δηλητήριο στα πορτογαλικά