lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

διαφημίζω στα πορτογαλικά

Λέξη:
διαφημίζω (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (12):
anunciar, avisar, declarar, denunciar, intimar, noticiar, notificar, participar, proclamar, promulgar, pronunciar, publicar
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά διαφημίζω, διαφημίζω τον τόπο μου, διαφημίζω τον εαυτό μου, διαφημίζω συνώνυμα, διαφημίζω στα αγγλικα, διαφημίζω αγγλικά, διαφημίζω στα πορτογαλικά, anunciar στα ελληνικά
διαφημίζω στα πορτογαλικά