lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

κατάλληλος στα πορτογαλικά

Λέξη:
κατάλληλος (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (28):
acertado, acomodado, aconselhasse, adequado, apropriado, certo, competente, consonante, conveniente, correcto, decente, decoroso, desfecho, exacto, expediente, favorece, idóneo, indicado, intencional, justo, oportuno, pertinente, preciso, profícuo, respectivo, tempestivo, vantajoso, útil
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά κατάλληλος, κατάλληλος σύζυγος, κατάλληλος συνώνυμο, κατάλληλος συντροφος, κατάλληλος σκύλος, κατάλληλος καιρός για ψάρεμα, κατάλληλος στα πορτογαλικά, acertado στα ελληνικά
κατάλληλος στα πορτογαλικά