lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

κλίση στα πορτογαλικά

Λέξη:
κλίση (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (16):
capacidade, declive, dispositiva, disposição, dote, encesta, encosta, faculdade, inclinação, ladeira, poder, prolixidade, rampa, talento, tendência, vertente
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά κλίση, κλίση συνηρημένων ρημάτων, κλίση στέγης, κλίση ρημάτων, κλίση ουσιαστικών σε ος, κλίση ουσιαστικών β δημοτικού, κλίση στα πορτογαλικά, capacidade στα ελληνικά
κλίση στα πορτογαλικά