lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

μαύρισμα στα πορτογαλικά

Λέξη:
μαύρισμα (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (1):
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά μαύρισμα, μαύρισμα χωρίς ήλιο, μαύρισμα νυχιών, μαύρισμα νυχιού, μαύρισμα με σπρέι, μαύρισμα με μπύρα, μαύρισμα στα πορτογαλικά, bronzeado στα ελληνικά
μαύρισμα στα πορτογαλικά