lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ομοφωνία στα πορτογαλικά

Λέξη:
ομοφωνία (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (14):
acorde, acordo, ajuste, aprovação, arménia, beneplácito, conforme, conformidade, consenso, consentimento, consonância, convenção, harmonia, pacto
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά ομοφωνία, πολυφωνία-ομοφωνία, ομοφωνία συνώνυμο, ομοφωνία στα αγγλικα, ομοφωνία μουσική, ομοφωνία στα πορτογαλικά, acorde στα ελληνικά
ομοφωνία στα πορτογαλικά