lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

παππούς στα πορτογαλικά

Λέξη:
παππούς (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (2):
abulo, avô
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά παππούς, παππούσ κλωτσάει τουρίστρια, παππούς χατζηφλουρέντζος, παππούς ονειροκρίτης, παππούς και το εγγονάκι, παππούς και γιαγιά, παππούς στα πορτογαλικά, abulo στα ελληνικά
παππούς στα πορτογαλικά