lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

περίπτωση στα πορτογαλικά

Λέξη:
περίπτωση (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (19):
acidente, acontecimento, acrescimento, azar, caso, ensejo, evento, fortuna, ganga, incidente, incidência, lance, lugar, ocasião, ocorrência, oportunidade, sinistro, sucedido, vez
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά περίπτωση, περίπτωση χρήσης, περίπτωση συνώνυμο, περίπτωση στ ́ της παραγράφου 3 του άρθρου 28, περίπτωση νενέκου, περίπτωση μελέτησ, περίπτωση στα πορτογαλικά, acidente στα ελληνικά
περίπτωση στα πορτογαλικά