lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

πλησιάζω στα πορτογαλικά

Λέξη:
πλησιάζω (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (4):
aportar, cegar, chegar, vir
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά πλησιάζω, πλησιάζω συνώνυμα, πλησιάζω english, πλησιάζω στα πορτογαλικά, aportar στα ελληνικά
πλησιάζω στα πορτογαλικά