lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ρουχισμός στα πορτογαλικά

Λέξη:
ρουχισμός (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (8):
costume, fato, rompa, roupa, traje, veste, vestido, vestuário
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά ρουχισμός, ρουχισμός σκι, ρουχισμός ποδηλασίας, ρουχισμός ποδηλάτου, ρουχισμός μοτοσυκλέτας, ρουχισμός ιστιοπλοιας, ρουχισμός στα πορτογαλικά, costume στα ελληνικά
ρουχισμός στα πορτογαλικά