lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

σπέρνω στα πορτογαλικά

Λέξη:
σπέρνω (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (3):
lembrar, plantar, semear
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά σπέρνω, σπέρνω φασολάκια, σπέρνω φακές, σπέρνω σπόρους ντομάτας, σπέρνω σπανακι, σπέρνω ρόκα, σπέρνω στα πορτογαλικά, lembrar στα ελληνικά
σπέρνω στα πορτογαλικά