lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

συμβιβασμός στα πορτογαλικά

Λέξη:
συμβιβασμός (Αριθμός των γραμμάτων: 11)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (8):
compromisso, acordo, acurado, ajuste, contrato, pacto, pastar, transacciono
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά συμβιβασμός, συμβιβασμόσ αγγλικά, συμβιβασμός των ιωαννίνων, συμβιβασμός του λουξεμβούργου, συμβιβασμός συνώνυμο, συμβιβασμός συνώνυμα, συμβιβασμός στα πορτογαλικά, compromisso στα ελληνικά
συμβιβασμός στα πορτογαλικά