lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

τάξη στα πορτογαλικά

Λέξη:
τάξη (Αριθμός των γραμμάτων: 4)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (10):
categoria, classe, curso, género, cotação, cotizariam, percurso, aula, ensinamento, lição
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά τάξη, τάξη στο χάος, τάξη πίνακα, τάξη μεγέθους, τάξη μέσα από το χάος, τάξη εκπα, τάξη στα πορτογαλικά, categoria στα ελληνικά
τάξη στα πορτογαλικά