lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

φαρδύς στα πορτογαλικά

Λέξη:
φαρδύς (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (10):
amplio, amplo, capaz, espantoso, espaçoso, extenso, gancho, largo, lato, vasto
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά φαρδύς, φαρδύς συνώνυμα, φαρδύς πληθυντικός, φαρδύς πλατύς, φαρδύς κόλπος, φαρδύς κλίση, φαρδύς στα πορτογαλικά, amplio στα ελληνικά
φαρδύς στα πορτογαλικά