lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

φεύγω στα πορτογαλικά

Λέξη:
φεύγω (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (15):
abandonar, adejar, andar, caminhar, deixar, desamparar, desertar, ir, marchar, marchares, omitir, partir, renunciar, resignar, sair
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά φεύγω, φεύγω στίχοι, φεύγω ορφέας περίδης στίχοι, φεύγω με πίκρα στα ξένα στίχοι, φεύγω με πίκρα στα ξένα, φεύγω για το 7, φεύγω στα πορτογαλικά, abandonar στα ελληνικά
φεύγω στα πορτογαλικά