lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ωραίος στα πορτογαλικά

Λέξη:
ωραίος (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (24):
afável, agradasse, agradável, amarele, ameno, amável, aprazível, bondoso, bonito, brando, caro, cativante, cuco, doce, fascinante, gentil, gracioso, grato, lindo, meigo, mono, querido, simpático, suave
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά ωραίος, ωραίοσ σκληρόσ και άφραγκοσ, ωραίος ως έλλην, ωραίος συνώνυμα, ωραίος σουβλάκι, ωραίος σαν έλληνας, ωραίος στα πορτογαλικά, afável στα ελληνικά
ωραίος στα πορτογαλικά