lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αναπηρία στα ρωσικά

Λέξη:
αναπηρία (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-ρωσικά
Μεταφράσεις (4):
увечье, немощь, неполноценность, уродство
Σχετικές λέξεις:
ρωσικά αναπηρία, αναπηρία τώρα, αναπηρία σήμερα, αναπηρία ορισμός, αναπηρία και πολιτική, αναπηρία και κοινωνία, αναπηρία στα ρωσικά, увечье στα ελληνικά
αναπηρία στα ρωσικά