lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

επιτήδειος στα ρωσικά

Λέξη:
επιτήδειος (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-ρωσικά
Μεταφράσεις (26):
быстрый, верткий, гибкий, изворотлив, изворотливый, искусный, исправен, исправный, ловкий, ловок, лукавый, политичный, проворен, проворный, увертлив, увертливый, увёртливый, умный, ухищрен, ухищренный, ухищрён, ухищрённый, хитрый, чёткий, юркий, юрок
Σχετικές λέξεις:
ρωσικά επιτήδειος, επιτήδειοσ γιώργοσ, επιτήδειος συνώνυμο, επιτήδειος σημασία, επιτήδειος ουδέτερος, επιτήδειος λεξικο, επιτήδειος στα ρωσικά, быстрый στα ελληνικά
επιτήδειος στα ρωσικά