lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

επιτήδειος στα ουκρανικά

Λέξη:
επιτήδειος (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (46):
акуратний, бистрий, винахідливий, витончений, воловий, вправний, гарний, гладенький, гнучкий, здібний, зручний, кмітливий, корисний, летіти, ловкий, літати, моторний, муха, негайний, непохмурий, охайний, полетіти, політ, поспішати, пролетіти, проноситись, піддатливий, підказати, підказка, підказувати, пілотувати, розсудливий, розумний, рівно, слизький, спритний, тактичний, тактовний, терміновий, точно, тямущий, хитрий, чепурний, чистий, чіткий, швидкий
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά επιτήδειος, επιτήδειοσ γιώργοσ, επιτήδειος συνώνυμο, επιτήδειος σημασία, επιτήδειος ουδέτερος, επιτήδειος λεξικο, επιτήδειος στα ουκρανικά, акуратний στα ελληνικά
επιτήδειος στα ουκρανικά