lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ρουφώ στα ρωσικά

Λέξη:
ρουφώ (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-ρωσικά
Μεταφράσεις (2):
всасывать, сосать
Σχετικές λέξεις:
ρωσικά ρουφώ, ρουφώ συνώνυμα, ρουφάω στα αγγλικά, ρουφώ στα ρωσικά, всасывать στα ελληνικά
ρουφώ στα ρωσικά