lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ρουφώ στα ιταλικά

Λέξη:
ρουφώ (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-ιταλικά
Μεταφράσεις (6):
aspirare, ciucciare, poppare, risucchiare, succhiare, suggere
Σχετικές λέξεις:
ιταλικά ρουφώ, ρουφώ συνώνυμα, ρουφάω στα αγγλικά, ρουφώ στα ιταλικά, aspirare στα ελληνικά
ρουφώ στα ιταλικά