lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

υποπτεύομαι στα ρωσικά

Λέξη:
υποπτεύομαι (Αριθμός των γραμμάτων: 11)
Λεξικό:
ελληνικά-ρωσικά
Μεταφράσεις (8):
заподозрить, подозревать, судить, думать, загадывать, подпускать, полагать, предполагать
Σχετικές λέξεις:
ρωσικά υποπτεύομαι, υποπτεύομαι στα ρωσικά, заподозрить στα ελληνικά
υποπτεύομαι στα ρωσικά