lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

υποπτεύομαι στα τσεχική

Λέξη:
υποπτεύομαι (Αριθμός των γραμμάτων: 11)
Λεξικό:
ελληνικά-τσεχική
Μεταφράσεις (9):
podezírat, podezřívat, tušit, dovolit, předpokládat, předvídat, přijmout, připouštět, připustit
Σχετικές λέξεις:
τσεχική υποπτεύομαι, υποπτεύομαι στα τσεχική, podezírat στα ελληνικά
υποπτεύομαι στα τσεχική