lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

κάτοχος στα σουηδικά

Λέξη:
κάτοχος (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-σουηδικά
Μεταφράσεις (2):
ägare, innehaver
Σχετικές λέξεις:
σουηδικά κάτοχος, κάτοχοσ τίτλου πρώτου κύκλου σπουδών, κάτοχοσ μεταπτυχιακού, κάτοχος τηλεφωνικού αριθμού, κάτοχος διπλώματος οδήγησης, κάτοχος διδακτορικού, κάτοχος στα σουηδικά, ägare στα ελληνικά
κάτοχος στα σουηδικά