lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

κουφός στα σουηδικά

Λέξη:
κουφός (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-σουηδικά
Μεταφράσεις (3):
dov, döv, tunghört
Σχετικές λέξεις:
σουηδικά κουφός, κουφόσ βάτραχοσ, κουφός υλικά οικοδομών, κουφός στέργιος, κουφός οικοδομικά υλικά, κουφός μπάσκετ, κουφός στα σουηδικά, dov στα ελληνικά
κουφός στα σουηδικά