μπακαλιάρος στα αγγλικά μπακαλιάρος στα γερμανικά μπακαλιάρος στα δανική μπακαλιάρος στα γαλλικά μπακαλιάρος στα νορβηγικά μπακαλιάρος στα εσθονική μπακαλιάρος στα πολωνική
χρησιμοποιώ στα φινλανδικά συνοδεύω στα ουκρανικά διαβεβαίωση στα γαλλικά πλένω στα δανική κολλώ στα τσεχική
συνοδεύω στα αγγλικά κολλάω κλίση επιβεβαίωση συνώνυμο πλένω ή πλύνω χρησιμοποιώ συνώνυμα