lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

πολυτέλεια στα σουηδικά

Λέξη:
πολυτέλεια (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-σουηδικά
Μεταφράσεις (8):
lyx, glans, pomp, prakt, stas, ståt, överflöd, yppighet
Σχετικές λέξεις:
σουηδικά πολυτέλεια, προσιτή πολυτέλεια, πολυτέλεια της παιδείας, πολυτέλεια συνώνυμο, πολυτέλεια συνώνυμα, πολυτέλεια σε... 20 τετραγωνικά, πολυτέλεια στα σουηδικά, lyx στα ελληνικά
πολυτέλεια στα σουηδικά