lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: τακτικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
regularly, steadily
τακτικά
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
pravidelně
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
periodisch, regelmäßig
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
regularmente
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
régulièrement
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
regolarmente
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
rendszeresen
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
regularmente
Λεξικό:
σλοβακική
Μεταφράσεις:
pravidelne
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
regularnie

Σχετικές λέξεις

τακτικά διοικητικά δικαστήρια, τακτικά αριθμητικά, τακτικά ένδικα μέσα, τακτικά συνώνυμα, τακτικά αριθμητικά ασκήσεις, τακτικά εξωτερικά ιατρεία, τακτικά λέοντος σοφού, τακτικά αριθμητικά στα αγγλικά, τακτικά λέοντοσ, τακτικά λέοντος στ' σοφού