lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

άναρθρος στα τσεχική

Λέξη:
άναρθρος (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-τσεχική
Μεταφράσεις (10):
mátožný, mlhavý, neartikulovaný, nejasný, nepřesný, neurčitý, nezřetelný, rozmazaný, vágní, zmatený
Σχετικές λέξεις:
τσεχική άναρθρος, άναρθρος στα τσεχική, mátožný στα ελληνικά
άναρθρος στα τσεχική