lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

απαντώ στα τσεχική

Λέξη:
απαντώ (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-τσεχική
Μεταφράσεις (14):
korespondovat, odepsat, odpovídat, odpovědět, odvětit, opětovat, prokázat, ručit, ujednat, vyhovovat, vyhovět, zajistit, zaručit, zodpovídat
Σχετικές λέξεις:
τσεχική απαντώ, δεν απαντώ, απαντώ συνώνυμα, απαντώ στα αγγλικα, απαντώ κλίση, απαντώ ετυμολογία, απαντώ στα τσεχική, korespondovat στα ελληνικά
απαντώ στα τσεχική