lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

θάρρος στα τσεχική

Λέξη:
θάρρος (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-τσεχική
Μεταφράσεις (12):
chrabrost, duch, kuráž, mysl, odvaha, odvážnost, opovážlivost, smělost, srdnatost, statečnost, troufalost, udatnost
Σχετικές λέξεις:
τσεχική θάρρος, θάρρος συνώνυμα, θάρρος κοζάνης, θάρρος καλαμάτας, θάρρος η αλήθεια - μιχάλης χατζηγιάννης stixoi, θάρρος γνωμικά, θάρρος στα τσεχική, chrabrost στα ελληνικά
θάρρος στα τσεχική