lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

καταδικάζω στα τσεχική

Λέξη:
καταδικάζω (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-τσεχική
Μεταφράσεις (13):
infikovat, kontaminovat, nakazit, neschvalovat, odsoudit, odsuzovat, proklínat, proklít, zamořit, zatratit, zavrhnout, zavrhovat, znečistit
Σχετικές λέξεις:
τσεχική καταδικάζω, καταδικάζω συνώνυμο, καταδικάζω συνώνυμα, καταδικάζω ετυμολογία, καταδικάζω english, καταδικάζω στα τσεχική, infikovat στα ελληνικά
καταδικάζω στα τσεχική