lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

μετριάζω στα τσεχική

Λέξη:
μετριάζω (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-τσεχική
Μεταφράσεις (24):
chlácholit, hladit, konejšit, krotit, lichotit, mírnit, oslabit, tišit, tlumit, uchlácholit, uklidnit, ukojit, ukonejšit, upokojit, uspokojit, utišit, uvolnit, zeslabit, zjemnit, zmenšit, zmírnit, zmírňovat, změkčit, ztlumit
Σχετικές λέξεις:
τσεχική μετριάζω, μετριάζω τι σημαίνει, μετριάζω συνώνυμα, μετριάζω συνωνυμο, μετριάζω στα τσεχική, chlácholit στα ελληνικά
μετριάζω στα τσεχική