lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

συζητώ στα τσεχική

Λέξη:
συζητώ (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-τσεχική
Μεταφράσεις (23):
debatovat, diskutovat, hovořit, jednat, lomcovat, léčit, obchod, ošetřovat, pobuřovat, pojednat, pojednávat, prohovořit, rokovat, rozhovor, rozmlouvat, rozprávět, třepat, třást, uvažovat, vyjednávat, zacházet, zmítat, zpracovávat
Σχετικές λέξεις:
τσεχική συζητώ, συζητώ συνώνυμο, συζητώ συνώνυμα, συζητώ στα ισπανικά, συζητώ στα αγγλικά, συζητώ στα τσεχική, debatovat στα ελληνικά
συζητώ στα τσεχική