lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

τοποθετώ στα τσεχική

Λέξη:
τοποθετώ (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-τσεχική
Μεταφράσεις (36):
disponovat, nalíčit, položit, posadit, postavit, pořádat, poštvat, prodat, přichystat, připravit, rozestavit, rozmístit, růst, seskupit, sestavit, seřadit, srovnat, stanovit, stavět, udat, uložit, umístit, upravit, usadit, uspořádat, vložit, vsadit, vypracovat, vyrovnat, vyřídit, založit, zarovnat, zarovnávat, zařizovat, zařídit, řadit
Σχετικές λέξεις:
τσεχική τοποθετώ, τοποθετώ συνώνυμα, τοποθετώ στα αγγλικά, τοποθετώ ρήμα, τοποθετώ προστακτική ενεστώτα, τοποθετώ αγγλικά, τοποθετώ στα τσεχική, disponovat στα ελληνικά
τοποθετώ στα τσεχική