lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: υδρογόνο

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
hydrogen
υδρογόνο
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
wasserstoff
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
brint, hydrogen
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
hidrógeno
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
hydrogène
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
idrogeno
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
hydrogen, vannstoff, væte
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
водород
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
hydrogen, väte
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
водород
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
вадарод
Λεξικό:
εσθονική
Μεταφράσεις:
vesinik
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
vety
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
vodik
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
hidrogén
Λεξικό:
λιθουανική
Μεταφράσεις:
vandenilis
Λεξικό:
σλοβακική
Μεταφράσεις:
vodík
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
водень
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
wodór

Σχετικές λέξεις

υδρογόνο ως καύσιμο, υδρογόνο στο αυτοκίνητο, υδρογόνο για θέρμανση, υδρογόνο τιμές, υδρογόνο σε αυτοκίνητο, υδρογόνο για χρήση στο αυτοκίνητο, υδρογονοκινηση, υδρογόνο 3, υδρογόνο εν τω γεννάσθαι, υδρογόνο ή υγραέριο