lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ανεκτικότητα στα φινλανδικά

Λέξη:
ανεκτικότητα (Αριθμός των γραμμάτων: 12)
Λεξικό:
ελληνικά-φινλανδικά
Μεταφράσεις (2):
hemmottelu, suvaitsevaisuus
Σχετικές λέξεις:
φινλανδικά ανεκτικότητα, διαφορετικότητα ανεκτικότητα, ανεκτικότητα συνώνυμο, ανεκτικότητα συνώνυμα, ανεκτικότητα στη διαφορετικότητα, ανεκτικότητα ορισμόσ, ανεκτικότητα στα φινλανδικά, hemmottelu στα ελληνικά
ανεκτικότητα στα φινλανδικά