lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

διάρρηξη στα φινλανδικά

Λέξη:
διάρρηξη (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-φινλανδικά
Μεταφράσεις (1):
Σχετικές λέξεις:
φινλανδικά διάρρηξη, διάρρηξη του χαλινού, διάρρηξη του παρθενικού υμένα, διάρρηξη σύμβασης, διάρρηξη συμβολαίου, διάρρηξη πόρτας ασφαλείας, διάρρηξη στα φινλανδικά, ryöstö στα ελληνικά
διάρρηξη στα φινλανδικά