lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

θέση στα φινλανδικά

Λέξη:
θέση (Αριθμός των γραμμάτων: 4)
Λεξικό:
ελληνικά-φινλανδικά
Μεταφράσεις (17):
asema, asenne, asento, asuinpaikka, huone, kanta, kohta, kotipaikka, käyttäminen, olo, paikka, posti, sija, tila, toimi, työ, virka
Σχετικές λέξεις:
φινλανδικά θέση, θέση σελήνης, θέση πλοίων, θέση κύριλλος 19300 ασπρόπυργος, θέση ιχθυολόγου, θέση εργασίας, θέση στα φινλανδικά, asema στα ελληνικά
θέση στα φινλανδικά