lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

καύκαλο στα φινλανδικά

Λέξη:
καύκαλο (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-φινλανδικά
Μεταφράσεις (2):
kuori, simpukankuori
Σχετικές λέξεις:
φινλανδικά καύκαλο, το καύκαλο, καύκαλο χελώνας, καύκαλο στα φινλανδικά, kuori στα ελληνικά
καύκαλο στα φινλανδικά