lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

μειοψηφία στα φινλανδικά

Λέξη:
μειοψηφία (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-φινλανδικά
Μεταφράσεις (1):
Σχετικές λέξεις:
φινλανδικά μειοψηφία, μειοψηφία ορισμός, μαχόμενη μειοψηφία, καταστατική μειοψηφία, αναστέλλουσα μειοψηφία, μειοψηφία στα φινλανδικά, alaikäisyys στα ελληνικά
μειοψηφία στα φινλανδικά