lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

εθελοντικός στα αγγλικά

Λέξη:
εθελοντικός (Αριθμός των γραμμάτων: 11)
Λεξικό:
ελληνικά-αγγλικά
Μεταφράσεις (8):
discretional, discretionary, gratuitous, volitional, voluntary, impulsive, off-the-cuff, spontaneous
Σχετικές λέξεις:
αγγλικά εθελοντικός, εθελοντικός τουρισμός, εθελοντικός συνώνυμα, εθελοντικός καθαρισμός ακτών, εθελοντικός επαναπατρισμός, εθελοντικός στα αγγλικά, discretional στα ελληνικά
εθελοντικός στα αγγλικά