εξοπλίζω στα τσεχική εξοπλίζω στα γερμανικά εξοπλίζω στα δανική εξοπλίζω στα ισπανικά εξοπλίζω στα γαλλικά εξοπλίζω στα ιταλικά εξοπλίζω στα νορβηγικά εξοπλίζω στα ρωσικά εξοπλίζω στα σουηδικά εξοπλίζω στα φινλανδικά εξοπλίζω στα πορτογαλικά εξοπλίζω στα πολωνική
συντομεύω στα γερμανικά μετά στα δανική ψεύτης στα ισπανικά αποδέχομαι στα ιταλικά αντίστοιχος στα γερμανικά
αντίστοιχος συνώνυμα μετά τα φυσικά συντομεύω συνώνυμο ψεύτης ήλιος μιχάλκοφ αποδέχομαι αντίθετα