lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

εξοπλίζω στα γαλλικά

Λέξη:
εξοπλίζω (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-γαλλικά
Μεταφράσεις (6):
approvisionner, équiper, fournir, garnir, munir, nantir
Σχετικές λέξεις:
γαλλικά εξοπλίζω, εξοπλίζω συνώνυμα, εξοπλίζω english, εξοπλίζω στα γαλλικά, approvisionner στα ελληνικά
εξοπλίζω στα γαλλικά