lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

νοίκι στα αγγλικά

Λέξη:
νοίκι (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-αγγλικά
Μεταφράσεις (8):
rent, rental, holding, lease, leasehold, leasing, tenacity, tenancy
Σχετικές λέξεις:
αγγλικά νοίκι, νοίκι στα αγγλικά, rent στα ελληνικά
νοίκι στα αγγλικά