lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: αμμωνία

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
ammonia
αμμωνία
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
čpavek
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
ammoniak
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
ammoniak
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
amoniaco, amoníaco
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
alcali, ammoniac, ammoniaque
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
ammoniaca
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
ammoniakk
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
аммиак
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
ammoniak
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
амоняк
Λεξικό:
εσθονική
Μεταφράσεις:
ammoniaak
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
amonijak
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
ammónia
Λεξικό:
λιθουανική
Μεταφράσεις:
amoniakas
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
amoníaco
Λεξικό:
ρουμανική
Μεταφράσεις:
amoniac
Λεξικό:
σλοβακική
Μεταφράσεις:
amoniak
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
amoniak

Σχετικές λέξεις

αμμωνία μαγειρική, αμμωνία στη ζαχαροπλαστική, αμμωνία υγρή, αμμωνία φούρνος, αμμωνία για τσιμπήματα, αμμωνία στα ούρα, αμμωνία διττανθρακική, αμμωνία στο ενυδρείο, αμμωνία ιδιότητες, αμμωνία στο νερό