lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: βατ

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
watt
βατ
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
watt
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
watt
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
vatio
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
watt
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
watt
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
ватт
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
watt
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
ват
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
watti
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
watt
Λεξικό:
λιθουανική
Μεταφράσεις:
vatas
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
wat

Σχετικές λέξεις

βατ θοι, βατ επε, βατ και βολτ, βατμαν, βατ σε αμπερ, βατ βολτ, βατ ασπροπυργοσ, βατ πατρας, βατ σε κιλοβατώρες, βατ ψιτυ