lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: σωρός

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
bonfire, cellar, cog, down, haystack, heap, heaped, huddle, jumble, peck, pile, prism, pyre, stack, stake, ton
σωρός
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
blok, halda, hranice, hromada, kupa, množství, spousta, stoh, článek
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
berg, haufen, masse, schar, scheiterhaufen, schicht, schober, stapel, stoß
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
bunke, bål, dynge, hop, høg, pøle, stabel, stank, trave
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
almiar, caca, cúmulo, hoguera, montón, pila
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
abattis, amas, amoncellement, barge, bloc, bûche, bûcher, caca, ensablement, fatras, liasse, meule, moie, monceau, moyette, pile, potée, ruée, tapée, tas, trimbalée, tripotée, échafaudage, écroulement
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
ammasso, cacca, catasta, cumulo, mucchio, pila, pira, rogo
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
binge, bunke, bål, dynge, haug, hop, høg, påle, stabel, stank, stapel, trave
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
ворох, груда, кипа, костер, куча, скирда, стог
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
binge, bunke, bål, hauge, hop, hög, påle, stack, stapel, trave
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
grumbull, tog, turrë
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
куча
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
kasa, keko, läjä, pinkka, pino, rovio
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
gomila, hrpa
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
asztag, boglya, halom, kazal, máglya, rakás
Λεξικό:
λιθουανική
Μεταφράσεις:
krūva, rietuvė, šūsnis
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
acervo, aglomerariam, chusma, cúmulo, houvera, listra, montão, multidão, pila, pilha, ruma
Λεξικό:
ρουμανική
Μεταφράσεις:
morman
Λεξικό:
σλοβακική
Μεταφράσεις:
halda
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
акумуляція, безліч, гора, груда, гірський, дзьобати, затискати, затискувати, затиснути, клин, купа, маса, масовий, нагромадження, нагромаджувати, нагромадити, накопичення, накопичування, пакет, пакунок, перенаселеність, пліт, пором, рій, складати, скласти, скоба, скупчення, штабель
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
kupa, pryzma, sterta, stos, stóg

Σχετικές λέξεις

σωρός σορός, σωρός εχινάδων, σωρός μαρούσι, σωρός αντίπαρος, σωρός ασλάνη, σωρός ελαχίστου, σωρός heap, σωρός τάσσου παπαδόπουλου, σωρός σύμπλεγμα των εχινάδων, σωρός αμαρουσίου