lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

νέος στα γαλλικά

Λέξη:
νέος (Αριθμός των γραμμάτων: 4)
Λεξικό:
ελληνικά-γαλλικά
Μεταφράσεις (7):
jeune, jeunement, frais, naissant, nouveau, petit, prou
Σχετικές λέξεις:
γαλλικά νέος, νεος κωδικας δικηγόρων, νέος φορολογικός νόμος 2014, νέος οικοδομικός κανονισμός, νέος νόμος για μισθώσεις, νέος μεταναστευτικός κώδικας, νέος στα γαλλικά, jeune στα ελληνικά
νέος στα γαλλικά